Πρώτη δημοσίευση στο http://thepaper.gr
Οι γυναίκες της Ρουάντας, της Βοσνίας, της Σιέρα Λεόνε, της Λιβερίας, του Κονγκό, της Κολομβίας, η “δικιά” μου Λίλιαν….σπάνε τη σιωπή τους…
Αυτή η σκηνή που διαδραματίστηκε το 2006 στην Κολομβία όπου εργαζόμουν ως Αντιπρόσωπος της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, πέρασε σαν αστραπή μπροστά από τα μάτια μου την ώρα που παρακολουθούσα την παρέμβαση της διάσημης Αμερικανίδας ηθοποιού Αντζελίνας Τζολί στην συνδιάσκεψη των Υπουργών Εξωτερικών των G8.
Η πρέσβειρα καλής θελήσεως του ΟΗΕ Α. Τζολί, μιλώντας για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής βίας εναντίον των γυναικών στις εμπόλεμες ζώνες είπε χαρακτηριστικά «Έχω μιλήσει με θύματα βιασμού από την Βοσνία ως το Κονγκό και η εντύπωση που έχουν είναι ότι ο κόσμος δεν νοιάζεται για αυτές. Ποιος μπορεί να τις κατηγορήσει για αυτό; Για πολύ καιρό ήταν τα ξεχασμένα θύματα πολέμου. Δεν έκαναν τίποτα κακό αλλά υπέστησαν το χειρότερο πόνο. Σήμερα όμως πιστεύω ότι οι φωνές ακούστηκαν».
Απόλυτα δικαιολογημένο το αγέρωχο ύφος και το περήφανο βλέμμα της ηθοποιού μπροστά στο επίτευγμα αυτής της ιστορικής συμφωνίας -όπως την αποκάλεσε ο Άγγλος Υπουργός Εξωτερικών, William Hague – σχετικά με την υιοθέτηση ενός διεθνούς πρωτοκόλλου για την δίωξη των βιασμών, τη χορήγηση βοήθειας ύψους 36 εκατομμυρίων δολαρίων καθώς επίσης και την παροχή ειδικής εκπαίδευσης στις ειρηνευτικές δυνάμεις από τους G8.
Απόλυτα δικαιολογημένο επίσης και το πικρό χαμόγελο κάποιων που απλά διαπιστώνουν την πληθώρα διεθνών συνθηκών, πρωτοκόλλων και ψηφισμάτων του ΟΗΕ αναφορικά με την σεξουαλική κακοποίηση γυναικών σε εμπόλεμες χώρες όπου ο βιασμός χρησιμοποιείται ως όπλο μαζικής ψυχικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής εξόντωσης ολόκληρων ομάδων και μάλιστα πολύ πιο αποτελεσματικό από τη φυσική εξόντωση με συνήθη όπλα.
Ενώ σε περίοδο ειρήνης, ο βιασμός και η σεξουαλική κακοποίηση, στις αναπτυγμένες τουλάχιστον κοινωνίες, θεωρούνται πράξεις παράνομες που όταν αποκαλύπτονται, τιμωρούνται παραδειγματικά, κατά τις πολεμικές συρράξεις ο βιασμός αμάχων από στρατιώτες αποτελεί πάγια πολεμική -κρατική ή παρακρατική- τακτική εκφοβισμού και εξόντωσης των γυναικών και κατά συνέπεια ολόκληρων κοινοτήτων. Παρά το γεγονός ότι τόσο ο βιασμός όσο και άλλες μορφές σεξουαλικής βίας μπορούν να χαρακτηριστούν ως εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή ακόμα και συστατικό στοιχείο του εγκλήματος της γενοκτονίας είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τέτοιου είδους εγκλήματα.
Να αφήσουμε τους αριθμούς να μιλήσουν; Κατά την γενοκτονία των Τούτσι στην Ρουάντα το 1994, ο αριθμός των θυμάτων βιασμού ανέρχεται στις 250.000- 500.000. Σύμφωνα με την Ρουαντέζικη Επιτροπή Υπεράσπισης των Γυναικών Haguruka, λιγότερες από 100 υποθέσεις βιασμού παραπέμφθηκαν στα δικαστήρια της χώρας. Από αυτές μόνο 20 κρίθηκαν καταδικαστέες. Ενοείται βέβαια ότι για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από άνδρες των κυβερνητικών δυνάμεων (πρώην αντάρτες Τούτσι υπό τις διαταγές του Στρατηγού Kagame και τωρινού Προέδρου της Ρουάντας) ουδείς λόγος γίνεται.
Στον πόλεμο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης (1992-1995) περισσότερες από 60.000 γυναίκες έπεσαν θύματα βιασμού, σεξουαλικής βίας και καταναγκαστικής εκπόρνευσης. Σε έκθεση που δημοσίευσε η Διεθνής Αμνηστία τον Μάρτιο του 2012 (“Bosnia and Herzegovina: Old crimes, same suffering: No justice for survivors of wartime rape in North-East Bosnia and Herzegovina”), αναφέρεται ότι λιγότερες από 40 υποθέσεις εγκλημάτων σεξουαλικής βίας εκδικάστηκαν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία στην Χάγη ή στα εθνικά δικαστήρια της Βοσνίας.
Από την Αφρική έως την Ευρώπη και από την Ασία έως την Λατινική Αμερική είναι πολλά αυτού του είδους τα παραδείγματα. Δυστυχώς, παρά την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινότητας και τις προσπάθειες του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανώσεων προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να δημιουργηθούν μηχανισμοί προστασίας των γυναικών από πράξεις σεξουαλικής βίας, η κατάσταση παραμένει ανεξέλεγκτη.